γλωσσογράφων

γλωσσογράφων
γλωσσογράφος
writer on
masc/fem/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • μεταγλωσσογράφος — ο (νομ.) μεταγενέστερος γλωσσογράφος που καταγράφει και συστηματοποιεί τα σχόλια στο ρωμαϊκό δίκαιο τών παλαιότερων Ρωμαίων γλωσσογράφων …   Dictionary of Greek

  • Ιρνέριο — (Irnerio, Μπολόνια μέσα 11ου – αρχές 12ου αι.). Ιταλός νομομαθής. Για τη ζωή του λίγες πληροφορίες υπάρχουν. Ωστόσο, είναι γνωστό ότι υπηρέτησε ως δικαστής και σύμβουλος του αυτοκράτορα Ερρίκου E’ και ότι συνέβαλε στην ανανέωση των νομικών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”